
Θόρυβος είναι ο δυσάρεστος και ενοχλητικός ήχος.
Κανένα αυτί δεν μπορεί να συνηθίσει το θόρυβο!
Το πρόβλημα ήλθε στην επιφάνεια όταν μερικοί teenager’s υπέστησαν απώλεια της ακουστικής τους ικανότητας ακούγοντας επι μακρόν και πολύ δυνατά Rock μουσική.
Σήμερα σε πολλά νυχτερινά κέντρα μπορεί να συμβαίνει το ίδιο.
Το είδος των επιπτώσεων του θορύβου στην ανθρώπινη υγεία αποτελούσε για πολλά χρόνια βασικό πεδίο έρευνας και μελέτης.
Σήμερα, έχει επαρκώς τεκμηριωθεί το πως αλλά και το γιατί ο θόρυβος συνιστά επιβλαβή παράγοντα τόσο στη σωματική όσο και στην ψυχική υγεία του ανθρώπου.
Κάθε ήχος έχει ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως ένταση, συχνότητα και διάρκεια.
Ο ήχος είναι μια μηχανική ταλάντωση που γίνεται αντιληπτή από το ανθρώπινο αυτί.
Ως ταλάντωση χαρακτηρίζεται από τη συχνότητα (ν), (αριθμός κυμάτων που διέρχονται από ένα σημείο/δευτερόλεπτο) του ήχου (που γίνεται αντιληπτή ως οξύς ή βαθύς ήχος) και εκφράζεται σε κύκλους ανά δευτερόλεπτα ή Hertz (Hz).
Το ανθρώπινο αυτί έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται ήχους μεταξύ 16 και 20.000Hz.
Εν τούτοις, οι περισσότεροι ήχοι στην καθημερινή μας ζωή είναι μεταξύ 60 και 6.000 Hz.
Ας σημειωθεί ότι το φάσμα συχνοτήτων από τη χαμηλότερη ως την υψηλότερη νότα του πιάνου εκτείνεται από 27,5 έως 4.186 Hz.
Οι υπόηχοι είναι <20 Hz και οι υπέρηχοι >20.000 Hz.
Ορισμένα ζώα όπως η γάτα, ο σκύλος, ακούνε περισσότερο τους υπερήχους.
Η ένταση μετριέται σε κλίμακα dBΗL ή dB, των γνωστών Decibel, (Το όνομά της μονάδας δόθηκε προς τιμήν του Γκράχαμ Μπελ, πρωτοπόρου εφευρέτη της τηλεφωνίας, ενώ το πρόθεμα ντέσι δηλώνει πως είναι δεκαδική υποδιαίρεση της κύριας μονάδας Μπελ.) που εκφράζεται σε λογαριθμική κλίμακα, πράγμα που σημαίνει ότι τα 30dB δεν είναι διπλάσια από τα 15dB.
Πολύ αδρά, υπολογίζεται ότι ο διπλασιασμός της έντασης του ήχου, καταγράφεται ως αύξηση μόνο 3dΒ.
Δηλαδή, θόρυβος έντασης 33dB έχει διπλάσια ένταση από θόρυβο 30dB και θόρυβος 42dB έχει διπλάσια ένταση από τα 39dB.
Ο ακουστικός ουδός, δηλαδή η χαμηλότερη ένταση ήχου που μπορεί το αυτί του φυσιολογικού ενηλίκου ν’ αντιληφθεί είναι τα 0dB.
Το ανθρώπινο αυτί έχει αξιοσημείωτο δυναμικό εύρος που του επιτρέπει να ακούει από το 0-120dB, δηλαδή, να διακρίνει τον πλέον αδύνατο σε ένταση ήχο μέχρι τον επώδυνο (άνω των 120dB ένταση στην οποία μπορεί να συμβεί και ρήξη του ακουστικού τυμπάνου).
Στον πίνακα καταγράφεται περιληπτικά η ένταση ορισμένων θορύβων σε dB.
Είναι γνωστό ότι στην αρχαία Ελλάδα και στις αποικίες των Ελλήνων στη νότια Ιταλία, απαγόρευαν στους χαλκουργούς και σε άλλους τεχνίτες, οι οποίοι εξασκούσαν επαγγέλματα πολύ θορυβώδη, να έχουν τα εργαστήριά τους μέσα στην πόλη.
Στην αρχαία Ρώμη, θεσπίστηκε νομοθεσία για τον έλεγχο του θορύβου που προέρχονταν από τις καλυμμένες με σίδηρο ρόδες των βαγονιών στο πλακόστρωτο, αναστατώνοντας τον ύπνο προκαλώντας ενόχληση στους πολίτες.
Σε ορισμένες πόλεις στη μεσαιωνική Ευρώπη, οι άμαξες και τα άλογα είχαν απαγορευτεί τη νύχτα στους δρόμους, προκειμένου να εξασφαλιστεί ο ειρηνικός ύπνος των κατοίκων.
Τα προβλήματα όμως του θορύβου κατά το παρελθόν ωχριούν μπροστά σε εκείνα των σύγχρονων κατοίκων των πόλεων.
Η μορφή του ηχοτοπίου, ιδιαίτερα στις χώρες που έχουν ασπασθεί τον ‘πολιτισμό της μηχανής’, έχει αλλάξει δραματικά με την πάροδο του χρόνου.
Από μία έρευνα του Schafer (1969), προέκυψε ότι στις πρωτόγονες κοινωνίες οι φυσικοί ήχοι αποτελούσαν το 69% του ηχοτοπίου, οι ανθρώπινοι ήχοι το 26%, ενώ οι ήχοι των εργαλείων και της τεχνολογίας μόνο το 5%.
Αντίθετα, στις κοινωνίες της δεκαετίας του 1960 οι φυσικοί ήχοι είχαν συρρικνωθεί στο 6%, οι ανθρώπινοι ήχοι -μετά από μια μεγάλη αύξηση κατά το Μεσαίωνα, την Αναγέννηση και την Προβιομηχανική εποχή- είχαν ξαναπέσει στο 26%, ενώ παράλληλα οι ήχοι της τεχνολογίας είχαν φθάσει το 68% του ηχοτοπίου.
Η ηχορρύπανση συνεχίζει να αυξάνει σε έκταση, συχνότητα και σοβαρότητα, ως αποτέλεσμα της αύξησης του πληθυσμού, της αστικοποίησης, καθώς και τις τεχνολογικές εξελίξεις.
Η διαρκώς διαστελούμενη αστική ηχορρύπανση συνεπάγεται άμεσες και σωρευτικές αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, επηρεάζει τις μελλοντικές γενεές με την υποβάθμιση οικιστικών, κοινωνικών και μαθησιακών περιβαλλόντων με αντίστοιχες οικονομικές απώλειες.
Μελέτες στην Ευρώπη δείχνουν ότι περίπου οι μισοί από τους κατοίκους της ΕΕ ζουν σε ζώνες που δεν διασφαλίζουν την ακουστική άνεση.
Εκτιμάται ότι τη νύχτα, πάνω από το 30% των κατοίκων της ΕΕ εκτίθενται σε επίπεδα θορύβου που είναι ικανά να διαταράξουν τον ύπνο.
Ο θόρυβος έχει αναδειχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες υποβάθμισης του περιβάλλοντος και κατ’ επέκταση και της ποιότητας ζωής μας.
Οι βλαπτικές επιδράσεις στο αυτί εκδηλώνονται όταν η ένταση του θορύβου υπερβαίνει το όριο των 80 ντεσιμπέλ, και ανάλογα με τη χρονική διάρκεια της έκθεσης στον θόρυβο αυτό.
Από άποψη δημόσιας υγείας, έχει θεσπιστεί η έννοια του μέσου όρου θορύβου κατά την ημέρα και τη νύχτα.
Για την προστασία λοιπόν της δημόσιας υγείας, πρέπει ο μέσος αυτός όρος να είναι <55dB κατά τις εργάσιμες ώρες και <45dB τις ώρες κοινής ησυχίας.
Για τα νοσοκομεία προτείνονται επίπεδα θορύβου <45dB την ημέρα και <35dB τη νύχτα.
Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας συνιστά στο χώρο εργασίας ο θόρυβος σε σταθερό επίπεδο να μην υπερβαίνει τα 85dB και στιγμιαία όχι περισσότερο από 120dB.
Αντιστοίχως στο χώρο του ύπνου σε σταθερό επίπεδο λιγότερο από 30dB και στιγμιαία όχι περισσότερο από 45dB.
Άτομα που εργάζονται σε επίπεδα θορύβου άνω των 85dB πρέπει να υποβάλλονται σε περιοδική εκτίμηση της ακουστικής τους ικανότητας, ώστε να προληφθεί βλάβη της ακοής. Σύμφωνα με το Π.Δ 149/2006 (Α’159/28.07.2006), η οριακή τιμή έκθεσης για οκτάωρη ημέρα εργασίας είναι 87dB(Α).
Σε καμία περίπτωση η έκθεση του εργαζόμενου δεν επιτρέπεται να υπερβεί την παραπάνω οριακή τιμή στο οκτάωρο της ημερήσιας εργασίας.
Ένας πρακτικός τρόπος για να διαπιστώσει κάποιος που εργάζεται ή συχνάζει σε θορυβώδες περιβάλλον που μπορεί να βλάψει την ακοή του, είναι να θέσει στον εαυτό του τα εξής ερωτήματα:
• -Είναι τόσο δυνατός ο θόρυβος, ώστε πρέπει να υψώσω σημαντικά την ένταση της φωνής μου, για να με ακούσει κάποιος που βρίσκεται στα δύο μέτρα δίπλα μου;
• -Όταν φεύγω και βρίσκομαι σε πιο ήσυχο περιβάλλον, αισθάνομαι τα αυτιά μου βουλωμένα; Μήπως ακούω εμβοές (βούησμα ή σφύριγμα) που υποχωρούν μετά από μια-δυο ώρες;
Οι ανώτερες στάθμες ηχητικής πίεσης σε σχέση με τις ώρες έκθεσης ανά ημέρα που είναι δυνατό να εκτεθεί κάποιος, ώστε να μην προκληθεί μη αναστρέψιμη βλάβη της ακοής, παρουσιάζονται στον ακόλουθο πίνακα:
1. Στην Ελλάδα το 1982 διεξήχθη έρευνα που αφορούσε στον έλεγχο της ακουστικής ικανότητας 439 εργαζομένων που υφίσταντο τον θόρυβο του ΟΣΕ. Διαπιστώθηκε ότι 240 άτομα (το 54,5%) εκ των 439 ενεφάνισαν εκσεσημασμένη έως ελαφρού βαθμού ακουστική αναπηρία εκ θορύβου και ένα ποσοστό 16% (70 άτομα) ανέφερε εμβοές του ενός ή και των δύο ώτων.
Σε ορισμένους χώρους του εργοστασίου δε και του
μηχανοστασίου ο θόρυβος ξεπερνούσε τα διεθνώς επιτρεπόμενα όρια για 8άωρη
απασχόληση και έφθανε και τα 115dB.
Ακουστική βλάβη διαπιστώθηκε επίσης σε εργάτες μαρμάρων της Ακροπόλεως σε μία
παρόμοια μελέτη (2003).
2. Μια έρευνα που έγινε σταην Αθήν το καλοκαίρι του 1987 για τα επίπεδα θορύβου στον εσωτερικό δακτύλιο κυκλοφορίας, έδειξε ότι το 11% των μετρήσεων αντιστοιχούσε σε επίπεδα θορύβου υψηλότερα των 78 ντεσιμπέλ, ακουστική κατάσταση τουλάχιστον απαράδεκτη, το 60% των μετρήσεων αντιπροσώπευε επίπεδα θορύβου μεταξύ 78 και 70 ντεσιμπέλ, ακουστική κατάσταση θορυβώδη, ενώ μόνο το 8% των μετρήσεων έδειχνε επίπεδα θορύβου μικρότερα των 64 ντεσιμπέλ, μια άνετη δηλαδή ακουστική κατάσταση.
3. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας σε 240 εργαζόμενους στην Ελληνική
Χαλυβουργική Βιομηχανία, περίπου το 45% των εξετασθέντων παρουσίαζαν ακουστικά
τραύματα εξαιτίας της έκθεσής τους στον θόρυβο.
4. Περίπου 45% του πληθυσμού των αστικών κέντρων στην Ελλάδα είναι εκτεθειμένο σε θόρυβο έντασης πάνω από 65 ντεσιμπέλ.
Οι πλέον θορυβώδεις περιοχές είναι αυτές που διατρέχονται ή εφάπτονται με κεντρικές οδικές αρτηρίες.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε όλους τους μεγάλους δρόμους της Αθήνας τα επίπεδα θορύβου είναι πάνω από 65 ντεσιμπέλ από τις 8 το πρωί έως τις 11 το βράδυ.
Η μακρόχρονη
έκθεση σε στάθμη θορύβου από 63 ντεσιμπέλ και πάνω ενέχει σοβαρά προβλήματα».
5. Το 55-60% των κατοίκων 29 μεγάλων δήμων της χώρας είναι εκτεθειμένοι σε «αρκετά υψηλά επίπεδα θορύβου».
Η ηχορρύπανση δεν φαίνεται να υποχωρεί ιδιαίτερα κατά τις νυχτερινές ώρες:
«Ο μέσος όρος τιμών στις κεντρικές οδικές
αρτηρίες ελαττώνεται κατά 5 ντεσιμπέλ». Για έναν καλό ύπνο στη διάρκεια της
νύχτας τα επίπεδα θορύβου μέσα στο υπνοδωμάτιο δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 35
ντεσιμπέλ.
6. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι επεισόδια ηχορρύπανσης από 90 ντεσιμπέλ και άνω επηρεάζουν το παρασυμπαθητικό σύστημα με αποτέλεσμα να στρεσάρεται υπερβολικά ο οργανισμός.
Τριετής έρευνα σε σπουδαστές πανεπιστημίου έδειξε ότι «θόρυβος 70 ντεσιμπέλ προκαλεί σταθερά μείωση της προσαγωγής 02 στο μυοκάρδιο.
Επιπλέον, σε μελέτη μαθητών σχολικής ηλικίας που εξετίθεντο σε ηχορρύπανση η αρτηριακή πίεση βρέθηκε υψηλότερη 2-3 mm στήλης υδραργύρου σε σύγκριση με παιδιά εκτεθειμένα σε θόρυβο χαμηλότερης εντάσεως.
Η συχνότητα εξάλλου καρδιαγγειακών παθήσεων είναι
συχνότερη σε άτομα που ζουν κοντά σε αεροδρόμια με έκθεση σε επίπεδα άνω των 70
ντεσιμπέλ
7. Προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι κάτοικοι των γύρω από το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος» περιοχών, ο πληθυσμός των οποίων αυξήθηκε πολύ τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με τον στρατηγικό χάρτη θορύβου, στην άμεση και ευρύτερη περιοχή του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών 2.294 άτομα βρίσκονται εκτεθειμένα στη ζώνη των 60-65 ντεσιμπέλ από το σύνολο των 64.364 που κατοικεί μόνιμα στην περιοχή. Ειδικά κατά τις νυχτερινές ώρες, 192 άτομα εκτίθενται σε θόρυβο 55-60 ντεσιμπέλ.
Η έκταση στην οποία κυριαρχεί ηχορρύπανση από 65 ντεσιμπέλ και άνω
ξεπερνά τα 10 τετραγωνικά χιλιόμετρα (στα 240 τετρ. χλμ. ανέρχεται η συνολική
επιφάνεια που επηρεάζεται ηχητικά από τη δραστηριότητα του αεροδρομίου).
8. Σε πειράματα που έγιναν, έχει αποδειχτεί ότι εργαζόμενοι που εκτέθηκαν σε πηγές υψηλού θορύβου 90 dΒ (ντεσιμπέλ) ήταν λιγότερο παραγωγικοί, πιο επιρρεπείς σε ατυχήματα, εμπλέκονταν συστηματικά σε διενέξεις και απουσίαζαν συχνότερα από την εργασία τους.
Εργαζόμενοι (σε κλαμπ, κέντρα διασκέδασης, καθώς και όσοι ασχολούνται με οικοδομικές εργασίες) που είναι υποχρεωμένοι να υφίστανται καθημερινά, επί πολλές ώρες και για πολλά χρόνια έντονο θόρυβο υποφέρουν από πονοκεφάλους, ναυτίες, ιλίγγους, κόπωση, μείωση ευεξίας, αϋπνίες, νευρικά ξεσπάσματα και άλλες ψυχοσωματικές αντιδράσεις.
Επιπλέον, οι εκτεθειμένοι σε θόρυβο επί χρόνια καταλήγουν συνήθως σε απώλεια ακουστικής οξύτητας.
O θόρυβος διεγείρει το νευρικό σύστημα, αυξάνοντας την αρτηριακή
πίεση, τους καρδιακούς παλμούς και τις αναπνοές, με αποτέλεσμα να προκαλείται
στρες.
9. Σύμφωνα με έρευνα σουηδικού πανεπιστημίου σε δείγμα 28.000 ατόμων, ο κίνδυνος εμφάνισης υψηλής αρτηριακής πίεσης αυξάνει κατά 90% όταν ο μέσος θόρυβος φτάνει και ξεπερνά τα 64 ντεσιμπέλ και κατά 25% όταν βρίσκεται στη ζώνη των 60-63.
Μαθησιακά προβλήματα, μειωμένη απόδοση, κόπωση, επιθετικότητα, κατάθλιψη, κρίσεις πανικού, ταχυκαρδία είναι μερικές μόνο επιπτώσεις του θορύβου της πόλης.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι πρόκειται για ανησυχητικά
αποτελέσματα καθώς η ηχορρύπανση προκαλεί στρες το οποίο οδηγεί στην υπέρταση,
που με τη σειρά της αυξάνει τις πιθανότητες εμφράγματος ή εγκεφαλικού.
10. Επιδημιολογική μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 89 σχολεία γύρω από αεροδρόμια (Μαδρίτης, Άμστερνταμ, Λονδίνου) στην οποία μετείχαν 2.010 παιδιά ηλικίας 9-10 ετών κατέγραψε ισχυρή αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην έκθεση των μαθητών στον θόρυβο των αεροπλάνων και στη διαδικασία ανάγνωσης- κατανόησης κειμένου.
Επιπλέον από μελέτη που έγινε στη Γαλλία για λογαριασμό του υπουργείου Περιβάλλοντος διαπιστώθηκε ότι έπειτα από έναν χρόνο έκθεσης στον θόρυβο κατά τη διάρκεια μαθήματος οι μαθητές παρουσίασαν αδυναμίες στην προσπάθεια λύσης προβλημάτων και αντιμετώπισης διαγωνισμάτων που απαιτούσαν προσοχή.
Παρουσίαζαν επίσης αφηρημάδα, επιρρέπεια στην απογοήτευση,
επιθετικότητα και ανορεξία εργασίας μέσα στην τάξη.
11. Πειράματα σε ινδικά χοιρίδια έδειξαν ότι, η παρατεταμένη έκθεση σε θόρυβο >95dΒ προκάλεσε καταστροφή των ειδικών κυττάρων του κοχλία του ωτός με αποτέλεσμα απώλεια ακοής.
Τα κύτταρα αυτά έχουν μικρά τριχίδια, τα οποία, δονούμενα από τον ήχο, μεταβιβάζουν τα ερεθίσματα στο ακουστικό νεύρο.
Είναι
σημαντικό το γεγονός ότι η καταστροφή των τριχοφόρων αυτών κυττάρων ήταν
μόνιμη.
12. Ερευνητές χρησιμοποιώντας ηλεκτρονικό μικροσκόπιο και ειδικές μικρο-ηλεκτροφυσιολογικές τεχνικές, βρήκαν ότι ακόμα και έκθεση σε θόρυβο μικρότερης έντασης δεν προκάλεσε μεν καταστροφή των κυττάρων του κοχλία, αλλά σημαντικές αλλοιώσεις στα τριχίδια των κυττάρων αυτών.
Και οι αλλοιώσεις αυτές ήταν, επίσης, μόνιμες.
Εκφράστηκε δε η άποψη ότι, αν στα «βεβαρημένα» αυτά κύτταρα επιδράσει συγχρόνως, ή και αργότερα, κάποιος άλλος ωτοτοξικός παράγων, έστω και ήπιος, είναι δυνατόν τελικά να υπάρξει σημαντικού βαθμού απώλεια ακοής.
Με άλλα λόγια, η ωτοτοξική βλάβη που προκαλείται από το θόρυβο,
πιθανολογείται ότι έχει αθροιστική δράση με άλλους ωτοτοξικούς παράγοντες.
13. Μελέτες σε ανθρώπους ήδη από τη δεκαετία του ‘60, έδειξαν ότι ο άξονας υποθάλαμος – υπόφυση – επινεφρίδια είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στο θόρυβο: θόρυβος έντασης μόλις 65dB (λίγο παραπάνω από μια ήρεμη ομιλία), προκαλεί σημαντική αύξηση των 17-OΗ κορτικοειδών στο πλάσμα.
Έκθεση ανθρώπων σε θόρυβο έντασης 90dB προκαλεί αύξηση της απέκκρισης κατεχολαμινών στα ούρα, η οποία αύξηση συνεχίζεται για τουλάχιστον 1½ ώρα μετά τη διακοπή του θορύβου.
Έκθεση σε θόρυβο 70dB (που είναι πολύ μικρότερης έντασης απ’ ότι ο θόρυβος σε δρόμο μεγάλης κυκλοφορίας), έχει ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση της αρτηριακής πίεσης και αύξηση των καρδιακών παλμών, συμπτώματα τύπου stress.
Τα παραπάνω εξηγούν
γιατί ο θόρυβος έχει σημαντική επίδραση στο κυκλοφορικό σύστημα.
14. Ερευνητές χώρισαν τα νεογνά σε δύο ομάδες.
Στη μια, τα νεογνά παρέμειναν στο τμήμα με τις συνήθεις συνθήκες θορύβου.
Στην άλλη, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή
στην επίτευξη όσο το δυνατόν περισσότερης ησυχίας στο τμήμα (π.χ. το προσωπικό
μιλούσε χαμηλόφωνα, έκλεινε με προσοχή τις θυρίδες των θερμοκοιτίδων, είχε
χαμηλώσει την ένταση των συστημάτων συναγερμού, την ένταση του κουδουνίσματος
του τηλεφώνου κ.λπ.). Βρέθηκε ότι, στη δεύτερη ομάδα (του ήσυχου τμήματος), τα
νεογνά χρειάστηκαν λιγότερες ημέρες παραμονής στον αναπνευστήρα και λιγότερες
ημέρες οξυγονοθεραπείας.
15. Πειράματα σε πιθήκους Rhesus (που ως γνωστόν μοιάζουν πολύ με τον άνθρωπο), έδειξαν ότι, όταν έγκυες πιθηκίνες έμειναν εκτεθειμένες για μεγάλο διάστημα σε έντονο θόρυβο, τα έμβρυα τους παρουσίασαν υψηλά επίπεδα κορτιζόλης και ACTH και αργότερα, όταν τα πιθηκάκια αυτά γεννήθηκαν, είχαν ανώμαλη συμπεριφορά και ήταν πιο επιθετικά από άλλα, των οποίων οι μητέρες δεν είχαν εκτεθεί σε θόρυβο.
Το ίδιο διαπιστώθηκε και σε πειράματα με ποντίκια.
Στηριζόμενη στα ευρήματα αυτά,
η αρμόδια Επιτροπή της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας καταλήγει ότι
«φαίνεται να υπάρχει δυσμενής επίδραση του έντονου θορύβου τόσο στη φυσιολογική
ανάπτυξη του εμβρύου, όσο και στην ακουστική του ικανότητα αργότερα».
16. Σε εργασίες στο Οχάιο των ΗΠΑ, διεπιστώθη σημαντική μείωση των πράξεων αλληλοβοηθείας ως συνέπεια της ηχορυπάνσεως.
Κατά την διάρκεια ενός περιπάτου στην Πανεπιστημιούπολη, μία ομάδα φοιτητών υποβαλλόταν σε ισχυρότατους θορύβους (100dB) ενώ μία άλλη σε χαμηλούς (50dB).
Η πράξη αλληλοβοηθείας ήταν να περισυλλέξουν τα βιβλία που ένα τραυματισμένο άτομο άφηνε σκόπιμα να πέσουν.
Απεδείχθη ότι μόνο το 35% των φοιτητών του υψηλού θορύβου είχαν τάση να βοηθήσουν ενώ από τη χαμηλής εντάσεως ήχου ομάδα το 60%.
Σε μία άλλη μελέτη
στην Αμερική που αφορούσε στις επιδράσεις του θορύβου επίσης στην μάθηση,
διεπιστώθη ότι τα παιδιά που έμεναν στους κάτω ορόφους πολυκατοικίας 32 ορόφων,
που ήταν κτισμένη δίπλα σε ανισόπεδη διάβαση, (και ήταν εκτεθειμένα σε
μεγαλύτερο θόρυβο) είχαν μικρότερους βαθμούς από τα παιδιά των υψηλότερων
ορόφων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου